❱❱ Ο Θέμης Αδαμαντίδης, που «είναι εκεί όπου τον προστάζει η καρδιά του», μιλά για τα περιστατικά που τον σημάδεψαν
❱❱ Η γνωριμία με τον Στέλιο Καζαντζίδη, η δικαίωση που νιώθει για όλα όσα έχει πετύχει και η στιγμή που σκέφτηκε να παρατήσει το τραγούδι
Από την
ΚΛΑΡΑ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Τη φωνή του τη θαυμάζουν και τη ζηλεύουν όλοι οι Ελληνες τραγουδιστές! Τον παραδέχτηκε ο Στέλιος Καζαντζίδης και τα τραγούδια του αποτελούν όλα διαχρονικές και ανεξίτηλες στον χρόνο επιτυχίες.
Προφυλάσσει την προσωπικότητά του και την αλήθεια του και δεν απαντά ποτέ σε κανένα «χτύπημα» που δέχεται. Ο Θέμης Αδαμαντίδης είναι «εκεί που τον προστάζει η καρδιά του»!
Πότε και πού γεννηθήκατε;
Στις 28 Σεπτεμβρίου του 1957 στην Καισαριανή, όπου πέρασα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου.
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια;
Σε ένα προσφυγικό σπιτάκι με όλη την οικογένεια, παππούδες, γιαγιάδες, θείους, θείες… Ηταν όμορφα, γιατί υπήρχε ζεστασιά. Οταν πήγαινα στην πρώτη δημοτικού, μεταναστεύσαμε στη Νότια Αφρική. Εκεί, όμως, είχαμε μια τραγική απώλεια. Χάσαμε έναν από τους αδερφούς μου σε αυτοκινητικό δυστύχημα.
Μείναμε στο Γιοχάνεσμπουργκ σχεδόν δέκα χρόνια. Προσαρμοστήκαμε… Τη γλώσσα τη μάθαμε σχετικά γρήγορα, γιατί κάθε βράδυ λέγαμε με τα αδέρφια μου νέες λέξεις που άκουγε ο καθένας!
Η πρώτη φορά που τραγουδήσατε μπροστά σε κόσμο;
Το 1972. Στο καράβι με το οποίο γυρίζαμε από το Γιοχάνεσμπουργκ. Σε μια ελληνική βραδιά που είχαν διοργανώσει και έπειτα και στις υπόλοιπες. Ηταν είκοσι δύο μέρες ταξίδι. Θυμάμαι ότι την πρώτη φορά έτρεμαν τα πόδια μου όταν βγήκα! Αλλά όταν άρχισα να τραγουδάω το χειροκρότημα του κόσμου μού έδωσε δύναμη, με δικαίωσε… Οταν ήμουν μικρός, 9-10 χρόνων, με έβαζαν οι δικοί μου να τραγουδάω. Ωστόσο, επειδή ντρεπόμουν πήγαινα σε άλλο δωμάτιο, άφηνα λίγο την πόρτα ανοιχτή και τραγουδούσα χωρίς να με βλέπουν!
Γυρίζετε στην Ελλάδα και ξεκινάτε το τραγούδι;
Πήγα στο Εθνικό Ωδείο και παράλληλα δούλευα. Το βράδυ τραγουδούσα και το πρωί πήγαινα σχολείο. Εχω κάνει πολλές περιστασιακές δουλειές. Σε βενζινάδικο, σε εργοστάσιο, σε υαλουργείο… Ψαχνόμουν πολύ με το τραγούδι, γιατί πάντα ήθελα να γίνω τραγουδιστής.
Πήγα στη Σχολή Δερβενιώτη. Το 1973 δούλεψα δίπλα στην Αννα Χρυσάφη και τη Ρόζα Εσκενάζυ. Εκεί βρήκα μια μεγάλη αγκαλιά και μια μεγάλη πρόθεση να με βοηθήσουν. Υστερα ξαναπήγα στην Αφρική για έναν χρόνο και μετά επέστρεψα.
Ποιο ήταν το έναυσμα για να αρχίσει η καριέρα σας;
Το 1977 πήγα στη Σουηδία και τραγουδούσα σε ένα ελληνικό μαγαζί. Είχα πάρει και άδεια παραμονής και δούλευα έξι μέρες την εβδομάδα. Το ’79 ήρθα για διακοπές στην Ελλάδα. Αφού πέρασα το καλοκαίρι μου και ήταν να επιστρέψω, μου λέει η γιαγιά μου η Δέσποινα, η μητέρα της μητέρας μου: «Μη φύγεις ακόμα! Κάτσε 2-3 βδομάδες». Οταν της αρνήθηκα, πήρε κάπου τηλέφωνο μπροστά μου και είπε: «Εχω δηλώσει συμμετοχή για τον εγγονό μου εδώ και μέρες, αλλά δεν μας έχετε καλέσει ακόμα. Δώστε, σας παρακαλώ, μια προτεραιότητα, γιατί φεύγει για το εξωτερικό. Θα σας αρέσει η φωνή του, είναι καλός!» Πράγματι, δύο μέρες μετά μας τηλεφώνησαν από το «Να η ευκαιρία». Πήγα πρώτα για την ηχογράφηση. Ηταν ο Γιώργος Κατσαρός εκεί και έμεινε πολύ ευχαριστημένος από τη φωνή μου. Υστερα πήγαμε για τη μαγνητοσκόπηση στην ΕΡΤ. Μου έδωσαν τη μεγαλύτερη βαθμολογία και κάπως έτσι ξεκίνησα…
Πρώτη δισκογραφική δουλειά;
Το 1979 με 1980. «Αγάπησέ με» ήταν ο τίτλος. Είχε μέσα το «Κρήτη, Κέρκυρα και Νιο», το «Για σένα» κ.ά. Και η πρώτη μου δουλειά με μαρκίζα και αφισοκόλληση ήταν στο Διογένης! Επειτα ακολούθησε μια 30ετία γεμάτη με δίσκους κι επιτυχίες.
Περιμένατε ότι θα είχατε τόσο μεγάλη επιτυχία;
Ναι, το περίμενα. Ακούγεται εγωιστικό, αλλά μέσα μου πάντα το πίστευα.
Από όλα τα τραγούδια που έχετε πει ποιο είναι το αγαπημένο σας;
Το «Μια μεγάλη εμπειρία» και το «Δεν συμβιβάστηκες ποτέ».
Σκεφτήκατε ποτέ να σταματήσετε;
Ναι. Υπήρξε κάποια στιγμή που όντως ήθελα να σταματήσω. Με είχαν κουράσει ορισμένες καταστάσεις. Η αδικία και η κακία. Αλλά πήρα τη σωστή απόφαση να συνεχίσω.
Τον Καζαντζίδη πότε και πώς τον γνωρίσατε;
Με τα τραγούδια και τη φωνή του Στέλιου έμαθα να τραγουδάω. Τον πρωτοείδα στη δισκογραφική εταιρία ΕΜΙ Columbia το ’80, όταν είχα πάρει χρυσό και πλατινένιο δίσκο. Ημουν με τον παραγωγό μου, τον Γιώργο Μπετσίλα, τον πρώην της Νάνας Μούσχουρη. Ο Στέλιος με κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο συμπάθεια και είπε με χιούμορ: «Εμένα έναν χρυσό δίσκο πότε θα μου δώσετε;». Αυτή ήταν η πρώτη μας γνωριμία. Μετά γίναμε φίλοι και κουμπάροι. Με στεφάνωσε το ’86.
Θυμάστε κάποια συμβουλή του;
Ναι, μου είχε πει: «Δες τα τραγούδια που λες, να είναι πιο λαϊκά, πιο κοντά στη χροιά σου, γιατί με τα μοντέρνα είσαι σαν το ψάρι που έχει χάσει τα νερά του».
Ολα τα τραγούδια σας υμνούν τον έρωτα… Πόσους μεγάλους έρωτες έχετε ζήσει;
Από ό,τι θυμάμαι, στη ζωή μου ήμουν πάντα ερωτευμένος!
Εχετε κάνει έναν γάμο, σωστά;
Ναι, το 1986. Με τη γυναίκα μου είμαστε σε διάσταση από το 1998, αλλά δεν έχουμε πάρει διαζύγιο.
Παιδιά;
Είμαι πολύτεκνος! Εχω τέσσερα παιδιά, και τα τέσσερα αγόρια!
Δεν έγιναν γνωστές όμως οι σχέσεις σας, μόνο ο δεσμός με τη Νένα Χρονοπούλου. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό το κομμάτι της ζωής σας τόσα χρόνια μετά;
Δεν υπάρχει λόγος να πω κάτι. Ο καθένας έχει τη ζωή του. Θυμάμαι τις καλές στιγμές. Οχι τις ωραίες, τις καλές.
Εχουν ακουστεί πάρα πολλά για την ιδιωτική σας ζωή, κυρίως άσχημα. Οτι αντιμετωπίζετε προβλήματα εθισμού κ.λπ. Σας στενοχωρεί αυτό; Σας πληγώνει όταν τα διαβάζετε ή τα ακούτε;
Δεν με στεναχωρούν, ούτε με πληγώνουν. Δεν ασχολούμαι καθόλου. Δεν ασχολήθηκα ποτέ! Αν είχα ακολουθήσει άλλη τακτική, όπως άλλοι συνάδερφοι, θα είχα πιθανόν περισσότερα λεφτά από το τραγούδι. Ξέρετε, μηνύσεις για δυσφήμηση, ψευδή δημοσιεύματα, αποζημιώσεις…
Να τολμήσω να ρωτήσω αν ισχύει κάτι από όλα αυτά; Αντιμετωπίσατε ποτέ τέτοιο πρόβλημα;
Το τι κάνει ο καθένας είναι δικαίωμά του, αρκεί να μη ενοχλεί τον άλλον.
Στον Θεό πιστεύετε;
Ναι! Δεν είμαι θεοφοβούμενος, αλλά έχω μια βαθιά πίστη προς Εκείνον! Πιστεύω πολύ, γιατί όσες φορές ζήτησα τη βοήθειά Του ήταν εκεί και μου την πρόσφερε! Έχω πάρα πολλά παραδείγματα, αλλά θα σας πω το πιο χαρακτηριστικό: Το 1988 ήμουν με ένα ιστιοφόρο στη θάλασσα όταν έπιασε ένα τρελό μπουρίνι. Ο αέρας μού πήρε το τιμόνι και τα σχοινιά από τα χέρια και μέσα σε μια στιγμή βρέθηκα πεταμένος στη θάλασσα, μόνος και αβοήθητος, να πνίγομαι!
Πήγαινα προς τα κάτω, βυθιζόμουν, είχα παραδοθεί, κι ενώ το σώμα μου βούλιαζε ένιωθα ότι κάτι μέσα μου ανεβαίνει προς τα πάνω. Αισθανόμουν πάρα πολύ ωραία και εκεί κατάλαβα ότι ξεψυχούσα. Σκέφτηκα τον πρώτο μου γιο. Παρακάλεσα τον Θεό να με σώσει και έλεγα μέσα μου: «Δεν έρχομαι. Δεν έρχομαι. Εχω ένα μικρό παιδί, έχω υποχρέωση να το μεγαλώσω». Και τότε, μέσα σε λίγα λεπτά, ο αέρας σταμάτησε, η θάλασσα έγινε λάδι και βγήκα στην επιφάνεια. Είχα δίλημμα αν πρέπει να κολυμπήσω προς το σκάφος ή προς τη στεριά. Τελικά πήγα στο σκάφος και με τη βοήθειά Του βγήκα σε λιμάνι σώος και αβλαβής.
Είναι συγκλονιστικό αυτό που λέτε…
Εχω ζήσει και κάτι άλλο ανάλογο. Το 1994 μου βρήκαν εξογκωματικό πολύποδα στον λαιμό και έπρεπε να κάνω εγχείρηση. Δεν ήθελα να κάνω ολική νάρκωση. Προσευχόμουν και παρακαλούσα τον Θεό να με βοηθήσει. Δούλευα τρία χρόνια με τον πολύποδα. Το «Απόλυτος έρωτας» και ακόμη μία δισκογραφική δουλειά τα τραγούδησα έτσι.
Το 1996, κι ενώ τραγουδούσα με τον Γιάννη Πλούταρχο και τον Χάρη Ακριτίδη, που τότε ξεκινούσαν, στο τέταρτο τραγούδι κάτι με έπνιξε και κατέβηκα από την πίστα. Εβηξα δυνατά και έφτυσα τον πολύποδα! Ηταν ένα «σκουληκάκι», δυόμισι χιλιοστά πάχος και είκοσι δύο χιλιοστά μήκος. Το τύλιξα σε αλουμινόχαρτο και το πήγα στον γιατρό εξήμιση η ώρα το πρωί! Του είπα: «Κατέβα στο ιατρείο να δεις κάτι!». Δεν το πίστευε! Μου είπε: «Αυτό είναι φαινόμενο!»
Σήμερα είστε καλά; Είστε ευτυχισμένος;
Είμαι ευτυχισμένος, ευχαριστημένος, αγαπώ τον κόσμο και αισθάνομαι δικαίωση. Η τροφή του καλλιτέχνη είναι η αγάπη του κόσμου. Πάνω από τα οικονομικά! Αν ο καλλιτέχνης βγει εκτός και «κάτσει στον πάγκο», τι να τα κάνει τα λεφτά; Στις 14 Σεπτεμβρίου ξεκινάμε στο North και ετοιμαζόμαστε για τον χειμώνα. Δισκογραφικά, έχουμε νέα τραγούδια. Το «Μάζεψέ τα και φύγε» και το «Για χατίρι σου».
Πώς περιγράφετε τον Θέμη Αδαμαντίδη;
Είναι εκεί που τον προστάζει η καρδιά του. Σε πρώτη προτεραιότητα έχω τα παιδιά μου και μετά τη δουλειά μου. Αυτό…
Πηγή: espresso